Καλά εμείς οι γριές δεν έχουμε το θεό μας , δεν μπορείτε να φανταστείτε τι έγινε στο bachelor party της Αριάδνης, που αποφάσισε να παντρευτεί για τρίτη φορά στα εβδομήντα έξη της χρόνια, και μάλιστα ένα συνομήλικό και παιδικό της φίλο τον Αντώνη ! μα καλά εβδομήντα χρόνια περίμεναν για συνειδητοποιήσουν ότι ήταν γεννημένοι ο ένας για τον άλλο ; Τέλος πάντων !!! Το πάρτι που λέτε έγινε στο σπίτι μιας άλλης ξεμωραμένης της Λουκίας , μιλάμε το σαλόνι μποχούσε από "άρωμα" γέρου. Παρ'όλα αυτά το κρασί , τα ποτά και τα τσιγάρα πήγαιναν σύννεφο . Όλες να κακαρίζουν σαν παιδούλες , μερικές χόρευαν κιόλας... σαν σπασμένα καράβια!!!
Εγώ παρακολουθούσα σοβαρή από μια γωνία το τσίρκο κρατώντας ένα ποτήρι κόκκινο κρασί. Κάποια στιγμή με πλησιάζει η Λουκία ...
- γιατί δεν διασκεδάζεις ;
- μα καλά χωρίς ένα τεκνό στην παρέα ;
- μην ανησυχείς, υπάρχει έκπληξη, μου απαντάει και μου κλείνει πονηρά το μάτι!
... και τσουπ χτυπάει το κουδούνι της εξώπορτας .
Ανοίγει την πόρτα η Αριάδνη και εμφανίζονται δύο τεκνά , ένα ξανθό κι ένα μελαχρινό , "ουάου" αναφώνησα , κι όλες γύρισαν και με κοίταξαν ξαφνιασμένες.
Η μουσική έπαιζε με ρυθμό και τα αγόρια με μιας ανέβηκαν στα τραπεζάκια κι άρχισαν να ξεντύνονται λικνίζοντας με αισθησιασμό τα κορμιά τους . Μόλις εμφανίστηκαν τα πρώτα μούσκουλα , οι γριές με τη σειρά τους άρχισαν να τσιρίζουν , να αναστενάζουν και μερικές να λιποθυμούν .
Τα δυο αγόρια βάλανε στη μέση την Αριάδνη και τρίβονταν πάνω της , η καημένη άρχισε να καυλώνει και να χορεύει μαζί τους , φαινόταν να είχε χάσει τον έλεγχο των αισθήσεών της.
Με τα από λίγο παρατάνε την Αριάδνη αναμαλλιασμένη και υγρή και στρέφονται προς τις υπόλοιπες , τότε έγινε ο χαμός , τα κατοστάρικα και τα πενηντάρικα φρακάρανε μέσα στα μικροσκοπικά βρακάκια των στρίπερ.
Είδα και την Λουκία να χώνει ένα πάκο μαρούλια στον βρακί του μαύρου
- μωρή , της λέω , μια ολόκληρη σύνταξη έχωσες εκεί ...
- έτσι που τα κατάντησε τα ευρώπουλα ο κοιμισμένος , μου απαντάει , ούτε για κωλόχαρτα κάνουν φιλενάδα , αυτή είναι η θέση τους ,άντε έλα κι εσύ να πιάσεις λίγο κωλαράκι.
Την άκουσα και πήγα προς το μέρος τους , ο μαύρος μόλις με αντιλήφθηκε με αρπάζει και μ'ανεβάζει στο τραπεζάκι να με χορέψει . Ένοιωθα το όργανό του να μου τρυπάει τον αφαλό , τον ήθελα , του κάνω νόημα, σκύβει και του λέω κάτι ψιθυριστά στο αυτί , σε λίγο είχαμε εξαφανιστεί από το σαλόνι ... μου κόστισε λίγο παραπάνω απ'ότι στη Λουκία αλλά άξιζε τον κόπο !!!